- μεταγνωμία
- ηη ικανότητα ορισμένων ατόμων, όταν βρίσκονται σε υπερδιέγερση ή σε κατάσταση υπνωτισμού ή και σε φαινομενικώς ομαλή κατάσταση, να αντιλαμβάνονται, όπως ισχυρίζονται, τα ενδόμυχα διανοήματα τών άλλων ή να διακρίνουν πράγματα που δεν είναι αμέσως αντιληπτά με τις αισθήσεις, αλλ. τηλαισθησία, παναισθησία, κρυπταισθησία.
Dictionary of Greek. 2013.